Αμείωτη παραμένει η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, παρά τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης στις αρχές του έτους για περιορισμό ή κατάργηση ορισμένων τραπεζικών προμηθειών και χρεώσεων. Οι τράπεζες συνεχίζουν να παρουσιάζουν ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα, με τα καθαρά τους κέρδη να διατηρούνται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, γεγονός που αποδεικνύει ότι η επίδραση των κυβερνητικών ρυθμίσεων υπήρξε τελικά περιορισμένη. Παρά την αρχική εκτίμηση πως τα μέτρα θα ασκούσαν πίεση στα περιθώρια κέρδους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η πορεία των εσόδων τους δείχνει ότι διατηρούν ευχέρεια προσαρμογής και αξιοποίησης εναλλακτικών πηγών εσόδων. Οι καταναλωτές, ωστόσο, εξακολουθούν να επιβαρύνονται με κόστη σε άλλες μορφές υπηρεσιών, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την πραγματική αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων και την ευρύτερη στρατηγική εξυγίανσης του τραπεζικού τοπίου.
Ανεπηρέαστες από τα κυβερνητικά μέτρα που στόχευαν στον περιορισμό των χρεώσεων, οι τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν υψηλά καθαρά κέρδη και αξιοσημείωτες αυξήσεις στα έσοδα από προμήθειες κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025. Η Alpha Bank ανακοίνωσε καθαρά κέρδη 223,3 εκατομμυρίων ευρώ, με έσοδα από τόκους 395,3 εκατ. ευρώ. Παρά τα μέτρα, τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 11%, ενώ εξαιρουμένων των κυβερνητικών παρεμβάσεων η αύξηση αγγίζει το 16%.
Η Εθνική Τράπεζα παρουσίασε καθαρά κέρδη 381 εκατ. ευρώ. Αν και τα έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 9% σε ετήσια βάση, η ενίσχυση των προμηθειών κατά 13% υπερκάλυψε τη μείωση, αποδεικνύοντας τη σταθερή δυναμική των εσόδων από τραπεζικές υπηρεσίες.
Η Eurobank εμφάνισε καθαρά κέρδη 314 εκατ. ευρώ, με τα έσοδα από τόκους να αυξάνονται κατά 11,7% φτάνοντας τα 638 εκατ. ευρώ. Οι προμήθειες εκτοξεύτηκαν κατά 24,8%, στα 169 εκατ. ευρώ, αποτυπώνοντας τον ισχυρό ρόλο τους στην τρέχουσα στρατηγική κερδοφορίας της τράπεζας.
Η Τράπεζα Πειραιώς κατέγραψε καθαρά κέρδη 282 εκατ. ευρώ, με ετήσια αύξηση στις προμήθειες κατά 10%, ενώ τα έσοδα από τόκους σημείωσαν πτώση 7% λόγω της αποκλιμάκωσης του Euribor.
Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν ότι οι τράπεζες όχι μόνο διατήρησαν την κερδοφορία τους, αλλά και ενίσχυσαν κρίσιμες πηγές εσόδων, παρά τις εξαγγελίες για μείωση του κόστους προς τον καταναλωτή. Οι αριθμοί δείχνουν πως τα μέτρα είχαν περιορισμένο πραγματικό αντίκτυπο, ενώ το τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί με γνώμονα τη διατήρηση υψηλών αποδόσεων.
Σε μια ακόμη χρονιά εντυπωσιακών αποδόσεων, οι ελληνικές τράπεζες προχωρούν σε γενναιόδωρη διανομή μερισμάτων στους μετόχους τους, την ώρα που το Ελληνικό Δημόσιο μετρά τεράστιες απώλειες από την πολυδιαφημισμένη έξοδό του από το τραπεζικό μετοχικό κεφάλαιο. Μετά την αποχώρηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, οι ζημίες για το κράτος αγγίζουν τα 40 δισ. ευρώ, καθώς τα ποσά που επέστρεψαν από την πώληση των μετοχών είναι ελάχιστα μπροστά στα δεκάδες δισεκατομμύρια που διατέθηκαν για τις ανακεφαλαιοποιήσεις κατά τα μνημονιακά χρόνια.
Η Εθνική Τράπεζα ήδη διέθεσε στους μετόχους της το 50% των κερδών του 2024, με στόχο το ποσοστό να ανέλθει στο 60% για την περίοδο 2025-2027. Η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε διανομή μερίσματος ύψους 373 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 35% των περσινών κερδών, ενώ από φέτος και μέχρι το 2028 σκοπεύει να διαθέτει το 50% των κερδών σε μερίσματα. Η Eurobank ακολουθεί παρόμοια στρατηγική, με φετινή διανομή 50% των κερδών και πρόβλεψη για ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό στις επόμενες χρήσεις. Η Alpha Bank διέθεσε για το 2024 ποσοστό 43%, που αντιστοιχεί σε 281 εκατ. ευρώ, με στόχο τουλάχιστον 50% για την τριετία 2025-2027.
Οι αποφάσεις αυτές αποκαλύπτουν μια κραυγαλέα αντίθεση: ενώ οι ιδιώτες μέτοχοι απολαμβάνουν υψηλές αποδόσεις και αυξανόμενες απολαβές, το Δημόσιο –και κατ’ επέκταση οι φορολογούμενοι που στήριξαν τις τράπεζες με κρατικό χρήμα την εποχή της κρίσης– αποχωρεί χωρίς ουσιαστικό αντάλλαγμα.