Μια σημαντική αλλαγή στον τρόπο διοργάνωσης των παραδοσιακών γιορτών και πανηγυριών φέρνει νέα δεδομένα στις τοπικές κοινωνίες, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις. Από φέτος τίθεται σε εφαρμογή νόμος που είχε ψηφιστεί το προηγούμενο έτος αλλά έως τώρα δεν είχε ενεργοποιηθεί, βάζοντας στο στόχαστρο έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους και αγαπητούς θεσμούς της ελληνικής περιφέρειας: την εθελοντική, αυτοοργανωμένη εστίαση των τοπικών πανηγυριών.
Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, καταργείται η δυνατότητα των τοπικών συλλόγων, πολιτιστικών ή αθλητικών φορέων να λειτουργούν πρόχειρες ψησταριές και να προσφέρουν ψητά και ποτά κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων. Αντίθετα, πλέον είναι υποχρεωμένοι να συνεργάζονται με επαγγελματίες της μαζικής εστίασης – δηλαδή, με εταιρείες catering που διαθέτουν τις σχετικές υγειονομικές άδειες και τις απαραίτητες πιστοποιήσεις.
Η απόφαση βασίζεται σε τρεις κύριους πυλώνες: την προστασία της δημόσιας υγείας με την τήρηση επαγγελματικών υγειονομικών προτύπων, την ενίσχυση της διαφάνειας και της φορολόγησης των συναλλαγών, καθώς και την αντιπυρική ασφάλεια, καθώς η χρήση κάρβουνου ή φιαλών υγραερίου σε υπαίθριους χώρους θεωρείται πλέον επικίνδυνη, ιδίως σε περιοχές που βρίσκονται σε δασικούς ή ορεινούς όγκους.
Ωστόσο, παρά τις επίσημες αιτιολογίες, η εφαρμογή του μέτρου προκαλεί αναστάτωση στις τοπικές κοινότητες. Οι διοργανωτές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για μια αλλαγή που, στην πράξη, υπονομεύει την ύπαρξη των ίδιων των εκδηλώσεων. Η ανάθεση της εστίασης σε εξωτερικούς επαγγελματίες αυξάνει σημαντικά το κόστος, κάτι που οι μικροί σύλλογοι αδυνατούν να υποστηρίξουν. Οι τοπικοί διοργανωτές σημειώνουν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει κέρδος, αλλά απλώς κάλυψη των εξόδων, ενώ το βασικό «καύσιμο» των εκδηλώσεων είναι ο εθελοντισμός και η διάθεση προσφοράς των ίδιων των κατοίκων.
Πέρα από τα οικονομικά, όμως, το βασικό ζήτημα που θέτουν οι τοπικές κοινωνίες είναι η αλλοίωση της φυσιογνωμίας του πανηγυριού. Η παραδοσιακή σουβλακοψησταριά, οι φίλοι και συγγενείς που βοηθούν αφιλοκερδώς, η κοινωνική αλληλεπίδραση γύρω από τα κάρβουνα, θεωρούνται κομμάτι της ζωντανής πολιτιστικής ταυτότητας της υπαίθρου. Για πολλούς, το πανηγύρι δεν είναι απλώς μια μουσική εκδήλωση ή μια εμπορική δραστηριότητα, αλλά μια λαϊκή τελετουργία, μια ευκαιρία επανασύνδεσης της κοινότητας, ένα «σμίξιμο μνήμης».
Οι σύλλογοι ζητούν ευελιξία στην εφαρμογή του νόμου και καλούν σε διάλογο με τα συναρμόδια υπουργεία. Δεν αντιτίθενται στην ανάγκη για τάξη, διαφάνεια και ασφάλεια, αλλά υποστηρίζουν ότι η τυποποίηση αυτού του είδους καταστρέφει το λαϊκό στοιχείο της αυθεντικότητας, στερώντας από τις τοπικές γιορτές αυτό που τις κάνει ξεχωριστές. Επιπλέον, σημειώνουν ότι οι επαγγελματικές εταιρείες catering είναι σπάνιες ή απούσες σε απομακρυσμένες ή ορεινές περιοχές, γεγονός που καθιστά πρακτικά αδύνατη τη συμμόρφωση.
Το θέμα αναμένεται να απασχολήσει έντονα την κοινή γνώμη, ειδικά καθώς πλησιάζει η καλοκαιρινή περίοδος, που παραδοσιακά είναι και η «σεζόν» των πανηγυριών. Πολλοί περιμένουν με ενδιαφέρον τις πρώτες εκδηλώσεις που θα οργανωθούν με τους νέους κανόνες, καθώς εκεί θα φανεί αν και κατά πόσο μπορεί να διασωθεί η ψυχή των ελληνικών πανηγυριών μέσα σε ένα νέο, πιο αυστηρό θεσμικό πλαίσιο.
Μια ακόμα απαγόρευση από την κυβέρνηση Μητσοτάκη
Μια ακόμα παράδοση, βαθιά ριζωμένη στον πολιτισμό της Ελλάδας, πέφτει θύμα της κυβερνητικής παράνοιας. Ο νέος νόμος που ψηφίστηκε πέρσι και τίθεται σε εφαρμογή φέτος, απαγορεύει το υπαίθριο ψήσιμο στα πανηγύρια, τερματίζοντας τη χρήση των παραδοσιακών ψησταριών που είναι κεντρικές σε αυτές τις λαϊκές γιορτές.
Οι σύλλογοι που οργανώνουν τέτοιες εκδηλώσεις υποχρεούνται πλέον να αναθέτουν την εστίαση σε επαγγελματικές εταιρίες catering, κάτι που όχι μόνο απειλεί την ύπαρξη των πανηγυριών αλλά εγείρει και σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τις ελευθερίες των πολιτών. Η κυβέρνηση υποστηρίζει τον νόμο επικαλούμενη την ανάγκη τήρησης αυστηρών υγειονομικών κανόνων που ισχύουν για την επαγγελματική εστίαση, καθώς και θέματα φορολόγησης και προστασίας από πυρκαγιές στο πλαίσιο της Πολιτικής Προστασίας. Ωστόσο, πίσω από αυτές τις αιτιάσεις κρύβεται μια τάση:
ο συνεχής έλεγχος στις δραστηριότητες των πολιτών και η υπονόμευση της κοινοτικής πρωτοβουλίας που είναι θεμελιώδης για τις τοπικές γιορτές.
Τα πανηγύρια, μοναδικές εκφράσεις της ελληνικής παράδοσης, στηρίζονται ιστορικά στην ανιδιοτελή προσφορά των κατοίκων. Οι ψησταριές γεμάτες σουβλάκια και λουκάνικα δεν είναι απλώς γαστρονομικό στοιχείο – είναι σύμβολο συλλογικότητας και φιλοξενίας. Η υποχρεωτική ανάθεση της εστίασης σε εταιρείες catering, όμως, απομακρύνει τη φυσικότητα αυτών των εκδηλώσεων, εισάγοντας έναν εμπορικό χαρακτήρα. Για πολλούς μικρούς συλλόγους, ειδικά σε απομακρυσμένες περιοχές, το κόστος αυτής της αλλαγής είναι δυσβάσταχτο.
Η απαγόρευση του υπαίθριου ψησίματος δεν πλήττει μόνο την ελληνική παράδοση, αλλά αποδεικνύει ότι οι ελευθερίες μας συρρικνώνονται. Κάθε νέος κανονισμός περιορίζει την αυτονομία μας και μας καθιστά εξαρτημένους από κρατικές διαδικασίες. Το δικαίωμα να γιορτάζουμε και να διατηρούμε τις παραδόσεις μας είναι θεμελιώδες για μια ελεύθερη κοινωνία. Η κυβέρνηση, επιβάλλοντας τέτοια μέτρα, επικοινωνεί ότι η ελευθερία της κοινότητας να αυτοοργανώνεται πρέπει να περιοριστεί.
Το ανησυχητικό ερώτημα είναι: αν χάνουμε σήμερα το δικαίωμα να ψήνουμε σουβλάκια, ποιες άλλες ελευθερίες θα θυσιαστούν αύριο; Καθώς οι ψησταριές σβήνουν, κινδυνεύει να σβήσει και η ψυχή της ελληνικής κοινότητας, αφήνοντας πίσω έναν πιο ψυχρό και ελεγχόμενο κόσμο.