Η έκθεση του πορτρέτου της Άννας Παναγιωταρέα στην Εθνική Πινακοθήκη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και διαμαρτυρίες, τόσο από τους πολίτες στα social media όσο και από πολιτικούς στην ελληνική Βουλή. Η Άννα Παναγιωταρέα, άμισθη σύμβουλος της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη, παραχώρησε το προσωπικό της πορτρέτο για να εκτεθεί στην Εθνική Πινακοθήκη, προκαλώντας τη δημόσια αντίδραση εκατοντάδων ανθρώπων.
Το πορτρέτο, με τίτλο «Πορτρέτο Α.Π.» (2005), φιλοτεχνήθηκε από τον γνωστό Έλληνα ζωγράφο Παναγιώτη Τέτση και φέρει την αφιέρωση «στη φίλη Άννα». Το έργο εκτίθεται στο πλαίσιο της μεγάλης έκθεσης με τίτλο «Παναγιώτης Τέτσης – Η Εμμονή του Βλέμματος», η οποία θα διαρκέσει έως τις 31 Οκτωβρίου 2025 και αφορά τον εορτασμό των 100 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου.
Αν και το πορτρέτο έχει καλλιτεχνική αξία και είναι έργο ενός καταξιωμένου δημιουργού, το γεγονός ότι εκτίθεται σε έναν δημόσιο και σημαντικό μουσειακό χώρο, προκαλεί προβληματισμούς σχετικά με την ηθική διάσταση της υπόθεσης. Ειδικότερα, δημιουργούνται ερωτήματα σχετικά με την υπερπροβολή μιας συνεργάτιδας της υπουργού Πολιτισμού και το ενδεχόμενο σύγκρουσης συμφερόντων, αφού η Εθνική Πινακοθήκη χρηματοδοτείται και από κοινοτικά κονδύλια μέσω του ΕΣΠΑ. Το μουσείο, που ιδρύθηκε το 1900 και αποτελεί τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη συλλογή νεοελληνικής τέχνης, με περισσότερα από 15.000 έργα από τα μεταβυζαντινά χρόνια έως σήμερα, φαίνεται να δέχεται κριτική για την επιλογή του συγκεκριμένου έργου.
Η αντίδραση εντάθηκε όταν ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, Κυριάκος Βελόπουλος, παρουσίασε στη Βουλή φωτογραφία του πορτρέτου και κατηγόρησε τη Νέα Δημοκρατία για «κομματικοποίηση» και «ευνοιοκρατία», λέγοντας χαρακτηριστικά πως «το κράτος το θεωρείτε λάφυρο, ότι είναι δικό σας μαγαζί».

Η Εθνική Πινακοθήκη, ανταποκρινόμενη στις αντιδράσεις, εξέδωσε μια ανακοίνωση, η οποία προκάλεσε περαιτέρω ειρωνικές αντιδράσεις από το κοινό. Στην ανακοίνωση, αναφέρεται πως το πορτρέτο της Παναγιωταρέα εκτίθεται ως μέρος της έκθεσης για τον Παναγιώτη Τέτση, και πως το έργο είναι μια μοναδική καλλιτεχνική δημιουργία που αποπνέει ποιητική διάθεση. Η διευθύντρια Συλλογών και επιμελήτρια της έκθεσης, Εφη Αγαθονίκου, περιγράφει το έργο ως έναν πειραματισμό για μια διαφορετική εικαστική έκφραση, αναφέροντας πως το πορτρέτο της Παναγιωταρέα ακολουθεί τη «ποιητική διάθεση» του έργου του Τέτση και πως είναι ένα από τα πιο διαφορετικά έργα της έκθεσης.
Ωστόσο, η ανακοίνωση αυτή, που προφανώς είχε στόχο να καταπραΰνει τις αντιδράσεις, απέτυχε να πείσει το κοινό και το πορτρέτο παρέμεινε αντικείμενο σφοδρής κριτικής. Στα social media, εκατοντάδες σχόλια περιέγραφαν την κατάσταση με σαρκασμό και ειρωνεία, με χρήστες να παραλληλίζουν το έργο με την Μόνα Λίζα και να ειρωνεύονται το γεγονός ότι το πορτρέτο της Παναγιωταρέα καταλαμβάνει μια θέση στην Εθνική Πινακοθήκη. Παράλληλα, κάποιοι χρήστες πρότειναν να τοποθετηθούν και άλλα πορτρέτα πολιτικών ή δημοσιογράφων που συνδέονται με την κυβέρνηση, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την αναφορά στον Άρη Πορτοσάλτε, γνωστό δημοσιογράφο και υποστηρικτή της κυβερνητικής πολιτικής.
Αυτές οι αντιδράσεις, οι οποίες κυριάρχησαν και στο Χ (πρώην Twitter), αποδεικνύουν την ένταση της κοινωνικής και πολιτικής δυσαρέσκειας που προκάλεσε η απόφαση αυτή. Κάποιοι χρήστες έκαναν λόγο για «ματαιοδοξία» και «αλαζονεία» από την πλευρά της υπουργού και της στενής της συνεργάτιδας, ενώ άλλοι μιλούσαν για «αυτοκρατορικές συμπεριφορές» που δεν έχουν θέση στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Μετά από όλα αυτά, η εν λόγω έκθεση φαίνεται να έχει γίνει σημείο αναφοράς για τη συζήτηση γύρω από την πολιτική εξουσία, την καλλιτεχνική έκφραση και την ηθική διάσταση των αποφάσεων που αφορούν την τέχνη και τον πολιτισμό στη χώρα.