Μια νέα επιστημονική μελέτη που φέρει την υπογραφή κορυφαίων αμερικανικών πανεπιστημίων, μεταξύ των οποίων το Έμορι, το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Τσάπελ Χιλ και το Κολούμπια, φέρνει στο φως ανησυχητικά ευρήματα σχετικά με τις επιδράσεις που μπορεί να έχει η έκθεση των εγκύων γυναικών σε φθαλάτες — χημικές ουσίες που βρίσκονται ευρέως σε πλαστικά και προϊόντα καθημερινής χρήσης — στην υγεία των μωρών τους.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications, καταδεικνύει για πρώτη φορά ότι οι φθαλάτες όχι μόνο περνούν από τον πλακούντα, αλλά και επηρεάζουν τον μεταβολισμό και την εγκεφαλική ανάπτυξη του εμβρύου, με πιθανές συνέπειες που εκτείνονται πέρα από την περίοδο της κύησης.
Φθαλάτες παντού – Κίνδυνοι αόρατοι
Οι φθαλάτες (ή φθαλικές ενώσεις) χρησιμοποιούνται σε μεγάλο φάσμα προϊόντων: από συσκευασίες τροφίμων και πλαστικά μέχρι καλλυντικά, σαμπουάν, σαπούνια, απορρυπαντικά πλυντηρίου και άλλα είδη προσωπικής φροντίδας. Πρόκειται για χημικές ενώσεις που μπορούν να απορροφηθούν από το σώμα μέσω του δέρματος, της αναπνοής ή ακόμη και μέσω της διατροφής.
Προηγούμενες μελέτες είχαν ήδη εγείρει ανησυχίες, συνδέοντας τους φθαλάτες με διαταραχές στο ορμονικό σύστημα και πιθανά προβλήματα υγείας σε μητέρες και παιδιά. Ωστόσο, η νέα αυτή εργασία αποτελεί την πρώτη τεκμηριωμένη απόδειξη ότι οι ουσίες αυτές επηρεάζουν τον βιολογικό μηχανισμό του εμβρύου ενδομητρίως και μάλιστα σε κομβικούς τομείς όπως ο μεταβολισμός και η νευροανάπτυξη.
Οι επιδράσεις ξεκινούν πριν από τη γέννηση
Η μελέτη παρακολούθησε δείγματα αίματος από έγκυες γυναίκες και τα νεογέννητά τους, εντοπίζοντας σημαντικές μεταβολικές αλλαγές που σχετίζονται με την έκθεση στις φθαλικές ενώσεις. Σύμφωνα με τα βασικά ευρήματα:
- Υψηλότερα επίπεδα φθαλατών στο αίμα των εγκύων συσχετίστηκαν με χαμηλότερα επίπεδα πρόδρομων νευροδιαβιβαστών στο αίμα των νεογνών. Οι συγκεκριμένοι νευροδιαβιβαστές, που σχετίζονται με τον μεταβολισμό της τυροσίνης και της τρυπτοφάνης, θεωρούνται κρίσιμοι για την ανάπτυξη του εγκεφάλου.
- Η προγεννητική έκθεση σε φθαλάτες συνδέθηκε επίσης με βιολογικές ενδείξεις δυσλειτουργίας που σχετίζονται με γνωστικές ικανότητες, μνήμη και εγρήγορση του νεογέννητου.
- Οι αλλαγές αυτές υποδεικνύουν ότι οι φθαλάτες ενδέχεται να έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον εγκέφαλο και στην ψυχοσωματική εξέλιξη των παιδιών.
Οι φθαλάτες διαπερνούν τον πλακούντα
Μέχρι σήμερα, υπήρχε η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι ο πλακούντας λειτουργεί ως φραγμός απέναντι σε επιβλαβείς ουσίες του εξωτερικού περιβάλλοντος. Ωστόσο, η δρ Σούζαν Χόφμαν, πρώτη συγγραφέας της μελέτης, υπογράμμισε ότι αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση των φθαλατών.
«Η μελέτη μας καταδεικνύει ότι οι φθαλάτες διαπερνούν τον πλακούντα και εισέρχονται στην κυκλοφορία του εμβρύου, επιδρώντας στη βιολογία του πριν ακόμη γεννηθεί. Είναι η πρώτη φορά που αυτό αποδεικνύεται με σαφήνεια», ανέφερε.
Αντίστοιχα, ο κύριος συγγραφέας της μελέτης, Ντονγκάι Λιανγκ, αναπληρωτής καθηγητής Περιβαλλοντικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Έμορι, τόνισε ότι οι επιδράσεις αυτές δεν είναι παροδικές: «Οι φθαλάτες παραμένουν στο σώμα και των μωρών, διαταράσσοντας τον μεταβολισμό τους και επιδρώντας ενδεχομένως στη νευροσυμπεριφορική τους ανάπτυξη».
Μακροχρόνια παρακολούθηση και νέα ερευνητικά πεδία
Ένα από τα επόμενα κρίσιμα βήματα, όπως υπογραμμίζουν οι επιστήμονες, είναι η μακροχρόνια παρακολούθηση των παιδιών που εκτέθηκαν σε φθαλάτες ενδομητρίως. Στόχος είναι να αποσαφηνιστεί εάν τα βιολογικά ευρήματα της μελέτης αντιστοιχούν σε πραγματικές διαφοροποιήσεις στην ανάπτυξη, τόσο στην παιδική όσο και στην εφηβική ηλικία.
Παράλληλα, οι ερευνητές επισημαίνουν την ανάγκη περαιτέρω μελέτης των μεταβολιτών της τυροσίνης και της τρυπτοφάνης, προκειμένου να κατανοηθούν οι ακριβείς μηχανισμοί με τους οποίους οι φθαλάτες επηρεάζουν το νευρικό σύστημα του εμβρύου.
Έκκληση για στρατηγικές παρέμβασης
Τα ευρήματα αυτής της μελέτης ενισχύουν τις φωνές που ζητούν αυστηρότερους ελέγχους στη χρήση των φθαλατών και άλλων χημικών ουσιών στην παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων. Οι επιστήμονες τονίζουν ότι χρειάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις δημόσιας υγείας, οι οποίες θα προστατεύουν τις εγκύους και τα έμβρυα από τέτοιες επιβλαβείς ουσίες.
Καθώς η επιστήμη φωτίζει ολοένα και περισσότερο τους μηχανισμούς της ενδομήτριας ανάπτυξης, γίνεται σαφές ότι η υγεία του ανθρώπου δεν αρχίζει με τη γέννησή του, αλλά πολύ πριν από αυτήν. Οι φαινομενικά αθώες χημικές ουσίες που περιβάλλουν την καθημερινότητά μας, ίσως τελικά διαδραματίζουν πολύ πιο σοβαρό ρόλο από όσο πιστεύαμε — με συνέπειες που αγγίζουν τα θεμέλια της ίδιας της ανθρώπινης ανάπτυξης.