24 Μαΐου, 2025
Dislike Οικονομία

Πλεονάσματα για τους δανειστές, φτώχεια για τους πολίτες

Η πολιτική που ακολουθείται από την κυβέρνηση παραμένει ακατανόητη και ανεξήγητη και συνεχίζει να ακολουθεί μια πολιτική που υπονομεύει το μέλλον της Ελλάδας

Τα εξωφρενικά πλεονάσματα που καταγράφει η ελληνική οικονομία, σε μια χώρα όπου το 60% των οικογενειών αδυνατεί να καλύψει τις βασικές της ανάγκες και να φτάσει στο τέλος του μήνα, αποτελούν ένα φαινόμενο που προκαλεί έντονη αίσθηση και αποτελεί αίνιγμα για την κοινή λογική.

Οικονομικά πλεονάσματα που δημιουργούνται μέσα από σφιχτές και πολλές φορές απάνθρωπες πολιτικές λιτότητας θα μπορούσαν, υπό κανονικές συνθήκες, να αξιοποιηθούν για τη βελτίωση της ζωής των πολιτών. Συγκεκριμένα, θα μπορούσαν να διατεθούν για πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, ώστε να ανακουφιστεί το συντριπτικό ποσοστό των Ελλήνων που ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας.

Ωστόσο, αντί να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής του πληθυσμού, τα υπερβολικά πλεονάσματα δεν κατευθύνονται στην ενίσχυση των πολιτών. Αντίθετα, η πολιτική που ακολουθείται από την κυβέρνηση παραμένει ακατανόητη και ανεξήγητη.

Η χώρα, αντί να επενδύσει στην ευημερία των πολιτών της, σπεύδει να καταβάλει ποσά για να εξυπηρετήσει το χρέος της, πληρώνοντας το πριν από τις προκαθορισμένες ημερομηνίες. Αυτή η απόφαση φαντάζει τουλάχιστον παράλογη, ειδικά όταν εξετάσουμε τη δυνατότητα περιορισμού του χρέους και την αποφυγή περαιτέρω οικονομικής επιβάρυνσης.

Η πιο λογική και απαραίτητη αντίδραση, σε ένα τέτοιο κρίσιμο σημείο για την οικονομία, θα ήταν να αναζητηθούν τρόποι για να περιοριστεί η καταστροφή που συντελείται στην ελληνική κοινωνία, με δεδομένους τους καταστροφικούς όρους του χρέους που επιβλήθηκαν μέσω των Μνημονίων. Αντί γι’ αυτό, οι κυβερνώντες φαίνεται να προτιμούν να ικανοποιούν τα αιτήματα των διεθνών δανειστών, ερχόμενοι σε πλήρη αντίθεση με τις βασικές ανάγκες και επιθυμίες του λαού. Έτσι, ακυρώνονται τα επιχειρήματα που αποδεικνύουν τη σφοδρότητα των Μνημονίων και παραμένει ανοιχτό το ερώτημα: γιατί η Ελλάδα συνεχίζει να ακολουθεί μια πολιτική που υπονομεύει το μέλλον της;

Η αδιαφορία για τα δίκαια του ελληνικού λαού και η προτεραιότητα που δίνεται στην εξυπηρέτηση των δανειστών, αντί να επικεντρωθούμε στην κοινωνική και οικονομική ανασυγκρότηση, παραμένει μία από τις βασικές αιτίες της συνεχούς επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτή την εμμονή στην εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεων; Μήπως πρόκειται για μια επιδίωξη να παρουσιαστεί η Ελλάδα ως ένα «παράδειγμα» οικονομικής σταθερότητας στην διεθνή σκηνή, για να επιτευχθεί μια καλή εικόνα απέναντι στους δανειστές και τη διεθνή κοινότητα, παρά το γεγονός ότι οι εσωτερικές ανάγκες παραμένουν αζήτητες;

Επιπλέον, η πρόσφατη δήλωση κυβερνητικών παραγόντων ότι η Ελλάδα «έχει τελειώσει με τα Μνημόνια» αποδείχθηκε, όπως πολλοί είχαν προβλέψει, απλώς μια ψευδαίσθηση. Η επιτήρηση θα συνεχιστεί μέχρι η χώρα να πληρώσει το 85% του χρέους της, μια κατάσταση που μοιάζει εξαιρετικά μακρινή και αβέβαιη. Αυτό φάνηκε και από την πρόσφατη παρέμβαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το οποίο αντέδρασε έντονα στις σκέψεις της κυβέρνησης για αύξηση των μισθών και επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού, καθώς η πολιτική αυτή παραβιάζει τα συμφωνηθέντα με τους δανειστές.

Αν και οι Έλληνες συνεχίζουν να υποφέρουν από τις συνέπειες της κρίσης και των Μνημονίων, υπάρχει και μία άλλη διάσταση του χρέους που παραβλέπεται σε επίπεδο διεθνών σχέσεων. Η Ελλάδα δεν οφείλει μόνο στους δανειστές της, αλλά η Γερμανία της χρωστάει σημαντικά ποσά από το κατοχικό δάνειο, τις επανορθώσεις και την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο συνολικός αυτός οικονομικός υπολογισμός ξεπερνά το ποσό του ελληνικού χρέους και παραμένει ανεκμετάλλευτος από την ελληνική πλευρά.

Η Ευρώπη, η οποία συχνά παρουσιάζεται ως το πρότυπο της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φαίνεται να παραβλέπει τέτοιες παραμέτρους και συνεχίζει να επιβάλλει σφιχτούς όρους στις οικονομικές πολιτικές των χωρών-μελών της, όπως η Ελλάδα. Η παράδοξη αυτή κατάσταση οδηγεί σε μια βαθιά απογοήτευση για τον ελληνικό λαό, ο οποίος βλέπει το όνειρο μιας πραγματικής οικονομικής ανασυγκρότησης να απομακρύνεται συνεχώς, ενώ η χώρα παραμένει εγκλωβισμένη σε μια πολιτική που εξυπηρετεί ξένα συμφέροντα, παρά τις τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού.

Αλλά, προφανώς, παρόμοιες ανησυχίες δεν έχουν θέση στην Ευρώπη που είναι περήφανη για τη δημοκρατικότητά της, και που γι αυτό πιστεύει ότι δικαιολογημένα πνέει μένεα εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ, που δεν είναι δημοκράτης. Τι να πει κανείς! Η λογική στερεύει ενώπιον τέτοιων καταστάσεων.