Η ψήφιση του άρθρου 31 του νόμου 5188/2025, το οποίο ενσωματώθηκε νύχτα σε άσχετο νομοσχέδιο, σηματοδοτεί τη νέα ψηφιακή εποχή ταυτοποίησης των Ελλήνων πολιτών. Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη, ο προσωπικός αριθμός – ο δωδεκαψήφιος κωδικός που σήμερα συνδέει ΑΦΜ, ΑΜΚΑ και αριθμό ταυτότητας – καθίσταται υποχρεωτικό πεδίο στην ψηφιακή ταυτότητα και αποθηκεύεται στο ενσωματωμένο μέσο RFID (το επονομαζόμενο «τσιπάκι»). Η κυβέρνηση επικαλείται την απλούστευση των συναλλαγών με το Δημόσιο και τη βελτίωση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών· ειδικοί σε θέματα απορρήτου και ψηφιακών δικαιωμάτων προειδοποιούν ότι η κίνηση αυτή εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ιδιωτικότητα και την προστασία προσωπικών δεδομένων.
Το άρθρο 31 τροποποιεί τον νόμο 4727/2020 περί ψηφιακής διακυβέρνησης, εισάγοντας το νέο άρθρο 11Α, το οποίο επιτρέπει την αποθήκευση στο τσιπ κάθε στοιχείου «αναγκαίου για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης». Παρά το γεγονός ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας, με παλαιότερη απόφασή του, έκρινε μη νόμιμη την αποθήκευση πλεοναζόντων δεδομένων στο RFID, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη αγνόησε πλήρως τη σχετική γνωμοδότηση. Έτσι, πρακτικά ανοίγει ο δρόμος για την αποθήκευση – ενδεχομένως χωρίς όριο – ιατρικών, οικονομικών, επαγγελματικών, ακόμη και καταναλωτικών πληροφοριών, καθιστώντας την ψηφιακή ταυτότητα πολύ περισσότερο από ένα απλό έγγραφο ταυτοποίησης.
Οι τεχνικές δυνατότητες των ενσωματωμένων μέσων αποθήκευσης επιτρέπουν την ανάγνωση των δεδομένων εξ αποστάσεως, χωρίς ενημέρωση ή συναίνεση του κατόχου. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ευκολίες αλλά και μεγάλες ευπάθειες: ακόμη και χωρίς φυσική επαφή, ο κάτοχος μπορεί να εντοπιστεί και οι αποθηκευμένες πληροφορίες να αποσπαστούν παράνομα από κάθε τρίτο με πρόσβαση σε κατάλληλο αναγνώστη RFID. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι, σε απ’ ευθείας σύνδεση με συστήματα ανάλυσης μεγάλων δεδομένων, οι πληροφορίες αυτές θα μπορούν να αξιοποιηθούν από ιδιωτικές εταιρείες τεχνολογίας και startups για εμπορικούς ή άλλους σκοπούς, χωρίς καμία νομική εγγύηση ή διαφάνεια.
Με τη νέα διάταξη, ο προσωπικός αριθμός προωθείται ως ο μοναδικός «κλειδί» ταυτοποίησης, αντικαθιστώντας σταδιακά τον ΑΦΜ, τον ΑΜΚΑ και τον παλαιό αριθμό ταυτότητας. Κάθε συναλλαγή με δημόσιες υπηρεσίες – από την υποβολή φορολογικής δήλωσης μέχρι την παροχή ιατρικών υπηρεσιών ή τη διεκπεραίωση κοινωνικών επιδομάτων – θα απαιτεί πλέον την υποχρεωτική ανάγνωση του προσωπικού αριθμού από το τσιπ. Παράλληλα, η ποινικοποίηση της άρνησης παραλαβής της ψηφιακής ταυτότητας για θρησκευτικούς ή συνειδησιακούς λόγους θα μπορούσε να οδηγήσει στον αποκλεισμό συγκεκριμένων πολιτών από κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες, ξυπνώντας μνήμες από το μοντέλο κοινωνικής πίστωσης της Κίνας.
Ενδεικτικό είναι ότι, ήδη από το καλοκαίρι του 2024, χώρες-μέλη της Ε.Ε. συζητούν την εναρμόνιση των ψηφιακών ταυτοτήτων με κανονισμούς για την ελεύθερη διακίνηση πολιτών και την προστασία των προσωπικών δεδομένων (GDPR). Στην Ελλάδα, ωστόσο, η βιασύνη για ψήφιση της διάταξης, χωρίς δημόσια διαβούλευση ή κοινοβουλευτικό διάλογο, εγείρει ερωτήματα για τη διαφάνεια και τη νομιμότητα της διαδικασίας. Επιστημονικές ενώσεις και οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα προειδοποιούν ότι η κατάργηση του ελέγχου στο είδος και στον όγκο των αποθηκευμένων δεδομένων παραβιάζει βασικές αρχές της προστασίας προσωπικών δεδομένων και απειλεί το θεσμό του κράτους δικαίου.
Οι πηγές του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης υποστηρίζουν ότι η τεχνολογική υποδομή εξασφαλίζει κρυπτογράφηση και συστήματα προστασίας από μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση. Ωστόσο, σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής, οι αρμόδιες ελεγκτικές Αρχές συχνά στερούνται πόρων και τεχνογνωσίας για την επαρκή εποπτεία. Επιπλέον, η γενικευμένη χρήση του προσωπικού αριθμού ως μοναδικού αναγνωριστικού θα επιφέρει τη συγκέντρωση ευαίσθητων πληροφοριών σε κεντρικές βάσεις δεδομένων, οι οποίες ελλοχεύουν τον κίνδυνο μαζικών παραβιάσεων (data breaches) με απρόβλεπτες συνέπειες για τους πολίτες.
Κλείνοντας, η πλήρης ψηφιοποίηση της ταυτότητας και η υποχρεωτική αποθήκευση του προσωπικού αριθμού στο RFID επαναφέρουν στο προσκήνιο τη σύγκρουση ανάμεσα στην καινοτομία και τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα. Η ψήφιση της διάταξης 5188/2025 ανοίγει μία νέα σελίδα στο ελληνικό κράτος – από τη μια, ως ευκαιρία για αποτελεσματικότερη δημόσια διοίκηση· από την άλλη, ως σοβαρή απειλή για το απόρρητο, την ιδιωτικότητα και την ελευθερία των πολιτών.
Η παραπλανητική ονομασία του αριθμού ως «προσωπικού» αποκρύπτει τη δραματική πραγματικότητα , ότι στην ουσία πρόκειται για έναν αριθμό «δημόσιας» φύσης, ο οποίος μέσω της συστηματικής σάρωσης της ταυτότητας στα νέα σημεία κοινωνικού ελέγχου , θα μετατρέψει τους πολίτες σε πλήρως διαφανείς ψηφιακές οντότητες, στερώντας τους κάθε στοιχειώδες δικαίωμα στην ανωνυμία και στην προστασία της προσωπικής τους σφαίρας !!!!!
Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν εάν η πολιτεία θα προχωρήσει σε διορθωτικές κινήσεις, σεβόμενη τις αποφάσεις των ανωτάτων δικαστηρίων και τις δεσμεύσεις της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό πλαίσιο προστασίας προσωπικών δεδομένων, ή εάν θα επιμείνει στην εφαρμογή ενός συστήματος που κινδυνεύει να μετατρέψει τον πολίτη σε απλό αριθμό μέσα σε ένα παγκόσμιο δίκτυο ψηφιακού ελέγχου.