13 Μαΐου, 2025
Διεθνή

Ο Στρατηγικός υπολογισμός πίσω από την τριήμερη κατάληψη του πυρός που πρότεινε ο Πούτιν στην Ουκρανία

Το σχόλιο του BBC για τις εξελίξεις

Η πρόταση του Ρώσου Προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν για τριήμερη κατάληψη του πυρός στην Ουκρανία δεν αποτελεί πράξη καλής θέλησης ή ένδειξη ειρηνικών προθέσεων, αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο. Στόχος του είναι να εξυπηρετήσει τα ρωσικά συμφέροντα σε πολλαπλά επίπεδα – στρατιωτικό, πολιτικό, επικοινωνιακό και διεθνοπολιτικό. Η συγκεκριμένη πρόταση έχει περισσότερο χαρακτήρα τακτικού ελιγμού παρά ουσιαστική πρόταση αποκλιμάκωσης.

Πρώτα, από στρατιωτική άποψη, μια προσωρινή παύση των εχθροπραξιών επιτρέπει στο ρωσικό στρατό να ανασυνταχθεί, να ενισχύσει τις γραμμές ανεφοδιασμού και να μεταφέρει σε καίρια σημεία του μετώπου. Ταυτόχρονα, δυσχεραίνει την ουκρανική πλευρά, η οποία μπορεί να υποχρεωθεί να ακολουθήσει τον ρυθμό της Ρωσίας, χάνοντας πρωτοβουλία και δυναμική σε κρίσιμες επιχειρήσεις. Η Ρωσία μπορεί να χρησιμοποιήσει την εκεχειρία για να σταθεροποιήσει θέσεις που απειλούνται, να καλύψει απουσίες και να προετοιμαστεί για νέα φάση επιθέσεων.

Δεύτερον, σε πολιτικό επίπεδο, ο Πούτιν επιδιώκει να εμφανιστεί ως ηγετική μορφή που επιζητά τον διάλογο και την ειρήνη, αναλαμβάνοντας την «πρωτοβουλία» για την κατάληψη του πυρός. Αυτό ενισχύει τη ρητορική του Κρεμλίνου ότι η Ρωσία δεν είναι ο επιτιθέμενος αλλά μια δύναμη που «ανταποκρίνεται» σε προκλήσεις. Η εικόνα αυτή είναι κρίσιμη τόσο για το εσωτερικό του ακροατηρίου, όσο και για την παγκόσμια κοινή γνώμη, ιδιαίτερα σε χώρες που δεν έχουν λάβει σαφή θέση για τον πόλεμο.

Τρίτον, σε επικοινωνιακό επίπεδο, μια τέτοια πρόταση λειτουργεί ως εργαλείο προπαγάνδας. Επιτρέπει στη ρωσική πλευρά να κατηγορήσει την Ουκρανία ότι απορρίπτει την ειρήνη εάν δεν αποδεχθεί την κατάπαυση, παρουσιάζεται την ως «αδιάλλακτη». Αυτό μπορεί να ζητηθεί για να αποδυναμωθεί η διεθνής στήριξη προς το Κίεβο ή να ενισχυθούν οι φωνές που τερματίζουν τη σύγκρουση ανεξαρτήτως των ρωσικών απαιτήσεων και επιθετικών ενεργειών.

Τέλος, σε διεθνές επίπεδο, ο Πούτιν επιδιώκει να κερδίσει χρόνο και να προκαλέσει ρωγμές στο μέτωπο της δυτικής ενότητας. Κάθε κίνηση που μπορεί να παρουσιαστεί ως βήμα προς την ειρήνη θέτει προβλήματα σε κυβερνήσεις και οργανισμούς που στηρίζουν την Ουκρανία. Ενδέχεται να προκληθούν εντάσεις μεταξύ των όσων επιθυμούν συνέχιση της στρατιωτικής στήριξης και των όσων βλέπουν στην πρόταση για διαπραγμάτευση και αποκλιμάκωση.

Εν συνεχεία, η τριήμερη κατάληψη του πυρός που προτείνει ο Πούτιν δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένδειξη μεταστροφής ή παραδοχής. Αντιθέτως, εντάσσεται σε μια κυνική στρατηγική που στοχεύει στην ενίσχυση της ρωσικής θέσης σε όλα τα επίπεδα, χωρίς πραγματική πρόθεση τερματισμού της σύγκρουσης.

Η νέα μονομερής ανακοίνωση του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν για τριήμερη κατάληψη του πυρός στην Ουκρανία από τις 8 έως τις 10 Μαΐου εγείρει σοβαρά ερωτήματα ως προς τα κίνητρα και τη σκοπιμότητά της. Παρουσιασμένη για ακόμη μία φορά ως «ανθρωπιστική» χειρονομία, η κίνηση αυτή εντάσσεται χρονικά στις εκδηλώσεις για την 80ή επέτειο από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, προσδίδοντας μια συμβολική μανδύα ειρήνης και ιστορικής μνήμης. Όμως, όπως επισημαίνει και ο ανταποκριτής του BBC Στιβ Ρόσενμπεργκ, οι εκεχειρίες αυτού του είδους αρχίζουν να μετατρέπονται σε επαναλαμβανόμενο μοτίβο του Κρεμλίνου – όχι ως αυθεντική διάθεση αποκλιμάκωσης, αλλά ως εργαλείο επικοινωνίας.

Το Πάσχα, είχε προηγηθεί η ανακοίνωση για 30ωρη παύση των συγκρούσεων, επίσης υπό το πρόσχημα της «ανθρωπιστικής» πρότασης. Η Ουκρανική πλευρά, ωστόσο, κάθε άλλο παρά πείθεται από αυτές τις κινήσεις. Αντιδρώντας άμεσα, ο Ουκρανός Υφυπουργός Εξωτερικών Αντρίι Σίμπιχα αναρωτήθηκε γιατί μια χώρα που υποστηρίζει πως θέλει ειρήνη δεν σταματά άμεσα τους βομβαρδισμούς, ενώ δεν έχει καταλήξει να διαρκέσει τουλάχιστον 30 ημέρες, προκειμένου να έχει ουσιαστικό χαρακτήρα. Η επισήμανση αυτή δεν είναι μόνο ρεαλιστική αλλά και αποκαλυπτική της δυσπιστίας που κυριαρχεί απέναντι στις ρωσικές πρωτοβουλίες.

Το ερώτημα που τίθεται είναι διπλό και κρίσιμο: είναι αυτές οι πρωτοβουλίες πράγματι βήματα προς την ειρήνη ή πρόκειται για χειρισμούς που αποσκοπούν στο να εξυπηρετήσουν την εικόνα του Ρώσου προέδρου; Η συχνότητα, η χρονική συγκυρία και η μονομερής φύση αυτών των «παύσεων» γεννούν εύλογη καχυποψία. Η σύνδεση τους με συμβολικές ή διεθνώς προβεβλημένες χρονικές περιόδους, όπως η Πάσχα ή η επέτειος της νίκης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν μοιάζει τυχαία. Αντιθέτως, συνδέεται με την προσπάθεια να προβληθεί μια εικόνα ενός Πούτιν που τιμά την ειρήνη, την ιστορία και τις ανθρωπιστικές αξίες.

Παράλληλα, δεν μπορεί να αγνοηθεί το ενδεχόμενο να στοχεύει η κίνηση και στο εσωτερικό ακροατήριο ή σε συγκεκριμένους διεθνείς αποδέκτες, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ. Η προσέγγιση της Μόσχας σε σχέση με τον πρώην Αμερικανό πρόεδρο είναι γνωστή, και κάθε ενέργεια που μπορεί να εμφανιστεί ως «ειρηνοποιός» πιθανόν να ενταχθεί σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί η εικόνα του Κρεμλίνου σε μια πιθανή μελλοντική αλλαγή της ισορροπίας στις ΗΠΑ.

Η ουσία, ωστόσο, παραμένει σταθερή: εκεχειρίες περιορισμένης διάρκειας, χωρίς διαπραγμάτευση, χωρίς αμοιβαία δέσμευση και χωρίς μακροπρόθεσμη στρατηγική ειρήνευσης, εξυπηρετούν κατά κύριο λόγο τις ανάγκες εκείνου που τις προτείνει, όχι των λαών που υφίστανται τον πόλεμο. Η Μόσχα, μέχρι στιγμής, δεν έχει δείξει ειλικρινή πρόθεση αποχώρησης από την Ουκρανία ή ουσιαστικής διαπραγμάτευσης για βιώσιμη ειρήνη. Αντιθέτως, τις λεγόμενες εκεχειρίες ως εργαλείο πίεσης, εντυπώσεων και εσωτερικών και διεθνών διαχείρισης εικόνας της.

Η «ανθρωπιστική» ρητορική, όταν δεν συνοδεύεται από ουσιαστικά μέτρα, αποδυναμώνεται και καταλήγει να εξυπηρετεί επικοινωνιακούς στόχους, όχι την ειρήνη. Και σε πόλεμο που έχει κοστίσει δεκάδες χιλιάδες ζωές και έχει προκαλέσει ανυπολόγιστες καταστροφές, κάθε τέτοια κίνηση κρίνεται όχι από τις λέξεις, αλλά από τις πράξεις που συνοδεύουν — ή, συχνότερα, από την απουσία τους.

Η απόφαση του Κρεμλίνου να ανακοινώσει νέα τριήμερη μονομερή εκεχειρία στην Ουκρανία, αυτή τη φορά για τις 8–10 Μαΐου, δεν έχει πείσει ούτε την ουκρανική ηγεσία ούτε τη διεθνή κοινότητα. Αντίθετα, ενισχύει την εικόνα ότι πρόκειται για μια άλλη επικοινωνιακή κίνηση από τη ρωσική πλευρά — μια στρατηγική που χρησιμοποιείται και στο παρελθόν με σκοπό να διαμορφώσει εντυπώσεις και να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες.

Η λεγόμενη «πασχαλινή» εκεχειρία, διάρκεια μόλις 30 ώρες, είχε παρουσιαστεί από το Κρεμλίνο ως χειρονομία ανθρωπισμού, αλλά συνοδεύτηκε από καταγγελίες της Ουκρανίας για επανειλημμένες παραβιάσεις της από ρωσικές δυνάμεις. Αντί να λειτουργήσει ως προοπτική αποκλιμάκωσης, η κίνηση αυτή χρησιμοποιήθηκε για να σταλεί πολιτικό μήνυμα προς τον Λευκό Οίκο και τη διεθνή κοινή γνώμη: ότι η Ρωσία είναι η πλευρά που επιδιώκει την ειρήνη, ενώ η Ουκρανία την απορρίπτει. Η Μόσχα επιχείρησε να εμφανίσει το Κίεβο ως υπαίτιο της συνέχισης του πολέμου, αγνοώντας το «κλαδί ελιάς» που της προσφέρθηκε.

Ωστόσο, τα πραγματικά κίνητρα πίσω από τέτοιες κινήσεις είναι ολοένα και πιο φανερά. Οι επικριτές του Κρεμλίνου, εντός και εκτός Ρωσίας, αντιλαμβάνονται τέτοιες ανακοινώσεις ως ένα καλά ενορχηστρωμένο πολιτικό σόου δημοσίων σχέσεων. Στόχος δεν είναι η ειρήνευση, αλλά η χειραγώγηση της διεθνούς εικόνας της Ρωσίας και η καλλιέργεια σύγχυσης γύρω από το ποιος ευθύνεται για την παράταση της σύγκρουσης.

Η ενδεικτική είναι η πρόσφατη αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, παρά τη συχνά φιλική του ρητορική προς τον Πού, αυτή τη φορά δεν υιοθέτησε τη ρωσική αφήγηση. Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, κατήγγειλε τη ρωσική επιθετικότητα, τονίζοντας ότι «δεν υπήρχε κανένας λόγος» για τις επιθέσεις σε μη στρατιωτικούς στόχους και ότι ο Πούτιν ίσως δεν έχει την πρόταση να σταματήσει τον πόλεμο, αλλά να τον καθυστερήσει. Πρότεινε μάλιστα την ανάγκη για «τραπεζικά μέτρα» ή «δευτερεύουσες κυρώσεις» ως απάντηση.

Η στάση αυτή αποδεικνύει ότι ακόμα και πρόσωπα που στο παρελθόν αντιμετώπιζαν με μεγαλύτερη ανοχή τον Πούτιν, πλέον βλέπουν τις κινήσεις του ως μέρος ενός υπολογισμένου σχεδίου παρά ως αυθεντικές ειρηνευτικές πρωτοβουλίες. Η δήλωση του Τραμπ ότι «πάρα πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν» αγγίζει το κρίσιμο σημείο: ότι ο πόλεμος συνεχίζεται αμείωτος και πως η ανθρώπινη τραγωδία δεν μπορεί να συγκαλυφθεί από πρόσκαιρες χειρονομίες που δεν συνοδεύονται από ουσία.

Η μονομερής του Κρεμλίνου, με το βλέμμα στραμμένο στη διεθνή σκηνή και πιθανώς σε πρόσωπα όπως ο Τραμπ, δεν αλλάζει τη βασική πραγματικότητα του πολέμου. Πρόκειται για μια προσπάθεια να διαμορφωθεί η αφήγηση υπέρ της Ρωσίας, να αμβλυνθούν οι διεθνείς πιέσεις και να καλλιεργηθεί η εντύπωση πως η Μόσχα είναι διατεθειμένη να «κάνει βήματα». Όμως χωρίς πραγματική πολιτική βούληση για τερματισμό της επιθετικότητας, τέτοιες κινήσεις παραμένουν δημόσιο περιεχόμενο — σκιές ειρήνης μέσα σε έναν πόλεμο που συνεχίζεται αμείλικτα.

Η νέα ανακοίνωση για τριήμερη κατάληψη του πυρός από τη Ρωσία, συνοδευόμενη –όπως και στο παρελθόν– από επικλήσεις σε «ανθρωπιστικές ανησυχίες», δεν ξαφνιάζει κανέναν. Αντιθέτως, ενισχύει το ήδη διαμορφωμένο μοτίβο των επιφανειακών, περιορισμένης διάρκειας εκεχειριών που γράφει από το Κρεμλίνο όχι ως δρόμους προς την ειρήνη, αλλά ως πολιτικά εργαλεία με στόχο τη χειραγώγηση των εντυπώσεων και τη μετατόπιση των ευθυνών για τη. συνέχιση του πολέμου. Αυτή τη φορά, φαίνεται ότι η Μόσχα επιδιώκει κυρίως να απευθυνθεί στην Ουάσιγκτον και ειδικά στον Λευκό Οίκο του Ντόναλντ Τραμπ, στέλνοντας το μήνυμα ότι η Ρωσία είναι η «λογική» πλευρά, η δύναμη που επιδιώκει αποκλιμάκωση.

Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτής της επικοινωνιακής στρατηγικής είναι περιορισμένα, τουλάχιστον σε πρώτη φάση. Ο εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, αναγνώρισε την πρόταση του Κρεμλίνου, αλλά υπογράμμισε με σαφήνεια ότι ο Πρόεδρος Τραμπ επιθυμεί μια μόνιμη κατάληψη του πυρός – μια πραγματική συμφωνία που να σταματήσει τις απώλειες και την αιματοχυσία, όχι προσωρινές κινήσεις. εντυπωσιασμού. Η απογοήτευσή του για τη στάση και των δύο πλευρών είναι εμφανής, όμως το γεγονός ότι η Ουκρανία είχε αποδεχτεί προηγουμένως την πρόταση για 30ήμερη εκεχειρία, ενώ η Ρωσία όχι, επιβεβαιώνει πού εντοπίζεται η στασιμότητα.

Το Κρεμλίνο, όπως έχει κάνει κατ’ επανάληψη, επιχειρεί να μετατρέψει την προσφορά της προσωρινής εκεχειρίας σε όπλο προπαγάνδας. Ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι, όπως ο πρόεδρος της Κρατικής Δούμας Βιατσεσλάβ Μπολοντίν, έσπευσαν να προεξοφλήσουν ότι ο Ζελένσκι πιθανώς να απορρίψουν την πρόταση, επιχειρώντας να προκαταλάβουν τις εντυπώσεις και να ενισχύσουν το αφήγημα ότι η Ουκρανία δεν θέλει ειρήνη. Αυτή η ρητορική δεν συνοδεύεται από πραγματική διάθεση υποχώρησης ή συμβιβασμού από τη ρωσική πλευρά. Αντίθετα, μετατρέπει κάθε προσωρινή παύση των συγκρούσεων σε μοχλό πίεση και εσωτερική κατανάλωση.

Η στάση της Ρωσίας υπονομεύει την αξιοπιστία των εκεχειριών που ανακοινώνει, καθώς δεν πλαισιώνει με ουσιαστικές πρωτοβουλίες για συνομιλίες ή δεσμεύσεις για αλλαγή στάσης. Το ιστορικό των παραβιάσεων, όπως στην πρόσφατη πασχαλινή εκεχειρία, και η επιλεκτική εφαρμογή τους, ρίχνουν βαριά σκιά στις προθέσεις του Κρεμλίνου. Και καθώς οι εκεχειρίες αυτές συνοδεύονται από συνεχείς επιθέσεις σε μη στρατιωτικούς στόχους –κάτι που επέκρινε ακόμη και ο ίδιος ο Τραμπ– η Ρωσία εμφανίζεται ως ειρηνοποιός, αλλά ως υπολογιστικός δρών που επιδιώκει κέρδη στα αρένα της διεθνούς κοινής γνώμης.

Η τριήμερη εκεχειρία δεν μοιάζει με ειλικρινές άνοιγμα προς μια λύση. Μοιάζουν περισσότερο με την προσπάθεια να εξισορροπηθούν οι εντυπώσεις, να κατηγορηθεί η Ουκρανία για την αποτυχία ειρηνευτικών προσπαθειών και να καλλιεργηθεί ένα φιλικότερο κλίμα με την Ουάσιγκτον. Όμως, όπως σημειώνει στο άρθρο του ο Ρόσενμπεργκ, όλα αυτά δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν ενθαρρυντικά σημάδια. Αντιθέτως, μαρτυρούν τη συνέχιση μιας τακτικής με επικοινωνιακό πρόσημο, μακράν οποιασδήποτε στρατηγικής ειρήνης.