Η διπλωματία των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε πως βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο η δημιουργία νέου ιδρύματος που θα αναλάβει τον συντονισμό και τη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας, περιοχή που βρίσκεται σε κατάσταση εκτεταμένης καταστροφής λόγω του πολέμου και τελεί υπό ισραηλινό αποκλεισμό. Η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι, αν και δεν υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένες ανακοινώσεις ή λεπτομέρειες σχετικά με τον φορέα που θα αναλάβει το έργο, οι ΗΠΑ χαιρετίζουν κάθε πρωτοβουλία που στοχεύει στην άμεση και αποτελεσματική παροχή επισιτιστικής βοήθειας στον πληθυσμό της Γάζας. Υπογράμμισε ότι βρίσκονται «μερικά βήματα» πριν από τη λύση που θα επιτρέψει τη διάθεση βοήθειας και τροφίμων στον παλαιστινιακό θύλακο, προσθέτοντας πως σχετικές επίσημες ανακοινώσεις από το υπό σύσταση ίδρυμα αναμένονται σύντομα. Από τις 2 Μαρτίου, το Ισραήλ έχει σταματήσει την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, λίγες ημέρες πριν επαναλάβει την επίθεσή του στην περιοχή των 2,4 εκατομμυρίων κατοίκων. Σύμφωνα με την ισραηλινή κυβέρνηση, ο αποκλεισμός αυτός αποσκοπεί στην άσκηση πίεσης προς τη Χαμάς για την απελευθέρωση των ομήρων που εξακολουθούν να κρατούνται μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023 στο νότιο Ισραήλ – γεγονός που αποτέλεσε το σημείο εκκίνησης του πολέμου.
Η αμερικανική διπλωματία επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται στα σκαριά η δημιουργία ανεξάρτητου ιδρύματος που θα αναλάβει τη διαχείριση και διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας, ωστόσο η πρωτοβουλία αυτή φαίνεται να προχωρά χωρίς ρόλο για τα Ηνωμένα Έθνη. Το Ισραήλ, που κατηγορεί τη Χαμάς ότι καταχράται τη βοήθεια, επιμένει πως η διανομή πρέπει να γίνεται μέσω κέντρων ελεγχόμενων από τον στρατό του – πρόταση που έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από τον ΟΗΕ και ανθρωπιστικές οργανώσεις, οι οποίες την απορρίπτουν ως απειλή για την ουδετερότητα και την αποτελεσματικότητα της βοήθειας. Κληθείσα να σχολιάσει τη φαινομενική απουσία του ΟΗΕ από την αμερικανική εξίσωση, η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τάμι Μπρους επιτέθηκε ευθέως στις διεθνείς οργανώσεις, δηλώνοντας πως «οι ατελείωτες ανακοινώσεις Τύπου κι ο κατευνασμός της Χαμάς δεν επέτρεψαν να διανεμηθούν τρόφιμα, φάρμακα και στέγη σε όσους τη χρειάζονται». Τόνισε επίσης ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να επιτρέψει να περάσει η βοήθεια «στα χέρια τρομοκρατών όπως η Χαμάς», επαναλαμβάνοντας πως η ευθύνη για την ανθρωπιστική κρίση βαρύνει πλήρως την παλαιστινιακή οργάνωση. Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προανήγγειλε «πολύ σημαντική ανακοίνωση» πριν την επίσκεψή του στη Μέση Ανατολή, χωρίς να αποσαφηνίσει το περιεχόμενό της. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ αναμένεται να περιοδεύσει σε Σαουδική Αραβία, Κατάρ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα από τις 13 έως τις 16 Μαΐου, σε ένα ταξίδι με σαφές γεωπολιτικό βάρος εν μέσω της κλιμακούμενης κρίσης.
Παραμένουν θολές οι λεπτομέρειες για το νέο «ίδρυμα» στο οποίο αναφέρθηκε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τάμι Μπρους, καθώς δεν έχουν δοθεί επίσημα στοιχεία για το όνομα, τη δομή ή το ποιος θα το διαχειρίζεται. Πάντως, ήδη από τον Φεβρουάριο έχει ιδρυθεί στη Γενεύη ένα μη κερδοσκοπικό σχήμα με την επωνυμία «Ανθρωπιστικό Ίδρυμα για τη Γάζα», γεγονός που ενδέχεται να σχετίζεται με τις αμερικανικές δηλώσεις. Σύμφωνα με την ελβετική εφημερίδα Le Temps, το ίδρυμα αυτό φέρεται να αναζητά «μισθοφόρους» για την ασφάλεια της διανομής βοήθειας, μια πρακτική που έχει προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις. Η Διεθνής Αμνηστία στην Ελβετία εξέφρασε έντονη ανησυχία, υπογραμμίζοντας πως τέτοιες μεθοδεύσεις έρχονται σε αντίθεση με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και απειλούν να στρατιωτικοποιήσουν πλήρως μια ήδη ευαίσθητη και ταλαιπωρημένη περιοχή. Στο φόντο αυτών των εξελίξεων, εξακολουθούν να προκαλούν αμηχανία: όταν είχε προτείνει τον έλεγχο της Γάζας από τις ΗΠΑ και την «μετατροπή» της σε τουριστικό προορισμό τύπου «Ριβιέρας», υπό τον όρο ότι οι κάτοικοί της θα μεταφέρονταν σε τρίτες χώρες, ξεσήκωσε κύμα διεθνών αντιδράσεων. Η πρόταση αυτή, που θύμιζε σχέδιο γεωπολιτικής αναμόρφωσης, δεν έχει επανέλθει στη δημόσια ατζέντα, ωστόσο οι σκιές γύρω από τις αμερικανικές προθέσεις και τις μεθόδους εφαρμογής της βοήθειας παραμένουν.