23 Μαΐου, 2025
Dislike

Η Τράπεζα της Ελλάδος αποκαλύπτει τις παθογένειες: Το δημόσιο και η δικαιοσύνη εμποδίζουν την ανάπτυξη

Σε σταθερή πορεία ανάπτυξης κινείται η ελληνική οικονομία σύμφωνα με την αναλυτική έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, που δημοσιεύθηκε στις 2 Μαΐου 2025. Με ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 2,3% το 2024 και εκτιμώμενη διατήρηση στο ίδιο επίπεδο για το τρέχον έτος, η χώρα επιτυγχάνει ρυθμούς που υπερβαίνουν τον μέσο όρο της ευρωζώνης, σηματοδοτώντας την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας σε ένα διεθνές περιβάλλον αυξημένων αβεβαιοτήτων.

Η ώθηση προέρχεται κυρίως από την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία ενισχύεται από την αύξηση της απασχόλησης και τη σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, αλλά και από τις επενδύσεις, που στηρίζονται στις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Οι δημόσιες επενδύσεις βρίσκονται σε υψηλό δεκαετίας, γεγονός που επηρεάζει θετικά και την εγχώρια βιομηχανία.

Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός, που αποτέλεσε μείζον πρόβλημα τα τελευταία χρόνια, παρουσιάζει σημάδια σταθερής αποκλιμάκωσης. Από το 3,1% του Μαρτίου 2025, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (HICP) εκτιμάται στο 2,7% τον Απρίλιο, με θετική προοπτική για το υπόλοιπο έτος. Η βασική αιτία αυτής της επιβράδυνσης εντοπίζεται στη σταθεροποίηση των τιμών ενέργειας και στη μερική συγκράτηση των υπηρεσιών.

Στην αγορά εργασίας καταγράφεται περαιτέρω μείωση της ανεργίας, που διαμορφώθηκε στο 9% το πρώτο τρίμηνο του 2025. Οι καθαρές προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα, ιδιαίτερα στους τομείς του τουρισμού και του εμπορίου, δείχνουν ότι η οικονομική δραστηριότητα επεκτείνεται και στην περιφέρεια.

Ιδιαίτερη σημασία έχει και η εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών. Το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2024 ανήλθε στο 4,8% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον στόχο του 2,5% και επιτρέποντας την πρόωρη αποπληρωμή μέρους του χρέους. Κατά συνέπεια, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε στο 153,6% από 163,9%, γεγονός που συνέβαλε καθοριστικά στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από την S&P στην κατηγορία «BBB με σταθερή προοπτική».

Ωστόσο, πίσω από τα θετικά μεγέθη, η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει σοβαρούς εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους: από τη μία πλευρά, η παγκόσμια γεωπολιτική αβεβαιότητα, οι πιθανές εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ και η επιβράδυνση στην Ευρώπη μπορούν να πλήξουν την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας. Από την άλλη, η εσωτερική καθυστέρηση στην υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας και η πίεση στις εισαγωγές δυσχεραίνουν τη διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας.

Το τελεσίγραφο της ΤτΕ στην κυβέρνηση

Η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος αποκαλύπτει με σαφήνεια την πραγματικότητα: η χώρα δεν έχει ανάγκη από ακόμα μία «μεταρρυθμιστική αφήγηση», αλλά από πράξεις με ουσία, βάθος και διάρκεια. Στην παρούσα κατάσταση, το Δημόσιο παραμένει ένα απροσπέλαστο φρούριο γραφειοκρατίας, ενώ η Δικαιοσύνη κινείται με ρυθμούς που ανήκουν στον 20ό αιώνα, κάτι που καθιστά αδύνατη την προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων. Αν και οι οικονομικοί δείκτες ενδέχεται να δείχνουν θετικά σημάδια και να υπάρχουν προσωρινά success stories, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις ίδιες χρόνιες παθογένειες που την ταλαιπωρούν εδώ και δεκαετίες.

Το πολιτικό σύστημα, αν συνεχίσει να θυσιάζει την πραγματική ανταγωνιστικότητα για χάρη της εκλογικής σκοπιμότητας και των πελατειακών ισορροπιών, δεν θα καταφέρει να γεφυρώσει το επενδυτικό κενό, το οποίο θα παραμείνει αναπόφευκτα χάσμα. Ως αποτέλεσμα, η παραγωγικότητα της χώρας θα συνεχίσει να παραπαίει. Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιεί με ξεκάθαρο τρόπο: η επιλογή είναι είτε να ανατραπούν τα βαθιά θεμέλια της αναποτελεσματικότητας, είτε να επιλεγεί συνειδητά μια νέα περίοδος στασιμότητας.

Τα χρήματα, ειδικά αυτά από ευρωπαϊκούς πόρους, υπάρχουν. Η πραγματική ερώτηση είναι εάν υπάρχει η πολιτική βούληση να γίνει η αναγκαία αλλαγή, ή αν η ευκαιρία θα χαθεί για άλλη μία φορά.