Το 2024, οι τέσσερις μεγάλες συστημικές τράπεζες της Ελλάδας κατέγραψαν κέρδη ύψους 4,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 28,77% σε σχέση με τα κέρδη του προηγούμενου έτους. Παρά τα εντυπωσιακά αυτά αποτελέσματα, οι τράπεζες, παρά την ανακεφαλαιοποίησή τους με 47 δισεκατομμύρια ευρώ (συν τους τόκους των 5,1 δισεκατομμυρίων ευρώ), συνεχίζουν να προσφέρουν ελάχιστα επιτόκια στις καταθέσεις. Σημαντική αύξηση σημείωσαν και τα έσοδά τους από προμήθειες, που καταγράφηκαν στο 72,5% σε σχέση με το 2020.
Παράλληλα, οι μνημονιακές κυβερνήσεις και η σημερινή κυβέρνηση συνεχίζουν να παρέχουν στις τράπεζες τον αναβαλλόμενο φόρο ύψους 20 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή ουσιαστικά απαλλάσσοντας τις από την καταβολή φόρων. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, επισημαίνοντας τη δημιουργία καρτέλ στον τραπεζικό τομέα, επέβαλε πρόστιμο ύψους 41 εκατομμυρίων ευρώ στις τράπεζες τον Δεκέμβριο του 2023. Επιπλέον, το Ελληνικό Δημόσιο παρέχει εγγυήσεις ύψους 23 δισεκατομμυρίων ευρώ για τα κόκκινα δάνεια που διακρατούν, την ώρα που οι τράπεζες μεταβιβάζουν την περιουσία των Ελλήνων πολιτών σε επενδυτικά ταμεία και funds, προχωρώντας σε πλειστηριασμούς.
Με την ανοχή και την συνεργασία της κυβέρνησης και της Τράπεζας της Ελλάδας, οι τράπεζες σχεδιάζουν να επιστρέψουν στους διεθνείς μετόχους τους, όπως τα επενδυτικά ταμεία και τα funds, ποσό 1,9 δισεκατομμυρίων ευρώ από τα κέρδη του 2024, μέσω μετρητών και αγορών ίδιων μετοχών. Οι προτεραιότητές τους παραμένουν η ικανοποίηση των μετόχων τους, ενώ καμία πρόθεση δεν υπάρχει για επιστροφή των ποσών της ανακεφαλαιοποίησης στο Δημόσιο ή για καταβολή των προβλεπόμενων φόρων. Οι τράπεζες, επίσης, δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται να αξιοποιήσουν τις εγγυήσεις για τη χρηματοδότηση νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων ή να προσφέρουν καταθέσεις με επιτόκια που να διατηρούν την αγοραστική δύναμη των χρημάτων των πελατών τους.
Εν μέσω αυτής της κατάστασης, οι αποδοχές των Διευθυνόντων Συμβούλων των συστημικών τραπεζών αποτελούν πρόκληση για την κοινωνία. Οι αμοιβές τους για το 2024 φτάνουν τα 2,3 εκατομμύρια ευρώ για έναν εξ αυτών, ενώ οι υπόλοιποι τρεις CEO λαμβάνουν 1,9, 1,7 και 1,5 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα.
Η «ΝΙΚΗ» έχει καταθέσει σειρά ερωτήσεων προς το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με τον αναβαλλόμενο φόρο, την παροχή εγγυήσεων για την τιτλοποίηση των κόκκινων δανείων, την αντιμετώπιση των τραπεζών ως «ιερών αγελάδων» από την κυβέρνηση, αλλά και για την είσπραξη του προστίμου που επιβλήθηκε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Καλείται, πλέον, η Τράπεζα της Ελλάδας να ασκήσει αποτελεσματικά τον εποπτικό της ρόλο και οι τράπεζες να επιστρέψουν τα κεφάλαια με τα οποία διασώθηκαν από τους Έλληνες φορολογούμενους. Ο τραπεζικός τομέας θα πρέπει να πάψει να απολαμβάνει ειδικά προνόμια σε σχέση με άλλους τομείς της οικονομίας, να χρηματοδοτήσει τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και να αναλάβει την εταιρική κοινωνική ευθύνη που του αναλογεί.