23 Μαΐου, 2025
Μη Χάσετε

Η ιδιωτικότητα στον βωμό του προσωπικού αριθμού – Από άνθρωποι σε κωδικοποιημένα αντικείμενα

Με το άρθρο 31 του νόμου 5188/2025, θεσπίζονται σημαντικές αλλαγές στη χρήση του προσωπικού αριθμού των πολιτών, καθώς εισάγεται νέο άρθρο 11Α στον νόμο 4727/2020 περί ψηφιακής διακυβέρνησης και ηλεκτρονικών υπηρεσιών. Με τη νέα διάταξη, καθίσταται πλέον υποχρεωτική η αναγραφή του προσωπικού αριθμού στο δελτίο ψηφιακής ταυτότητας των Ελλήνων πολιτών, ενώ προβλέπεται και η αποθήκευσή του στο ενσωματωμένο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης της ταυτότητας (τσιπ). Στόχος της ρύθμισης είναι η διευκόλυνση της παροχής ηλεκτρονικών υπηρεσιών και η απλοποίηση των συναλλαγών μεταξύ Δημοσίου και πολιτών.

Η πρόβλεψη αυτή συνδέεται με το ισχύον πλαίσιο που καθορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 8200/0-297647/10-4-2018 κοινή υπουργική απόφαση, με την οποία καθορίστηκαν η μορφή, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και οι τεχνικές προδιαγραφές για την έκδοση των νέων τύπων δελτίων ταυτότητας, απόφαση η οποία έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα. Στο άρθρο 3 παράγραφος 4 αυτής της υπουργικής απόφασης, προβλέπεται η δυνατότητα αποθήκευσης στο τσιπ της ταυτότητας στοιχείων που κρίνονται αναγκαία για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, υπό την προϋπόθεση σχετικής απόφασης.

Ωστόσο, το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την υπ’ αριθμ. 2388/2019 απόφασή του, ακύρωσε εν μέρει την εν λόγω υπουργική απόφαση. Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι η αποθήκευση στοιχείων στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης, στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, παραβιάζει την αρχή της αναγκαιότητας, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά δεν σχετίζονται άμεσα με την απόδειξη της ταυτότητας των πολιτών και, επιπλέον, η έννοια της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης είναι εξαιρετικά ευρεία. Ως εκ τούτου, θεώρησε ότι δεν είναι νόμιμη η αποθήκευση δεδομένων πέραν αυτών που απαιτούνται αυστηρά για σκοπούς ταυτοποίησης.

Παρά τα ανωτέρω, γεννάται εύλογη ανησυχία ότι ήδη από το 2018 είχε τεθεί σε εφαρμογή ένα οργανωμένο σχέδιο θεσμοθέτησης της αποθήκευσης προσωπικών δεδομένων στο ενσωματωμένο ηλεκτρονικό μέσο των νέων ταυτοτήτων. Η γενικόλογη διατύπωση περί «στοιχείων για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης» άνοιγε το δρόμο για την μελλοντική αποθήκευση και του προσωπικού αριθμού. Η επιλογή αυτή φανερώνει ότι ο νομοθέτης όφειλε, κατά τη θέσπιση του άρθρου 11Α του ν. 4727/2020, να περιορίσει αυστηρά τη χρήση του προσωπικού αριθμού μόνο στην αναγραφή του πάνω στο δελτίο ταυτότητας, χωρίς να επεκτείνεται στην αποθήκευσή του στο ηλεκτρονικό τσιπ. Η αποθήκευση αυτή συνιστά σοβαρή απειλή για το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων και την προστασία της ιδιωτικότητας, καθώς ο προσωπικός αριθμός συνδέεται άμεσα με τη διεκπεραίωση ηλεκτρονικών συναλλαγών και, κατά συνέπεια, με τη συλλογή και επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών πληροφοριών.

Το νέο σύστημα επιδιώκει να αναδείξει τον προσωπικό αριθμό σε μοναδικό και οικουμενικό αριθμό ταυτοποίησης κάθε πολίτη, μετατρέποντας την ανθρώπινη υπόσταση σε απλό αριθμητικό κωδικό μέσα σε ένα απρόσωπο σύστημα παγκόσμιας ψηφιακής διακυβέρνησης. Ο πολίτης, υποχρεωτικά, θα χρησιμοποιεί τον προσωπικό αριθμό για κάθε είδους συναλλαγή με το κράτος ή με ιδιωτικούς φορείς, γεγονός που σηματοδοτεί την οριστική υπαγωγή της καθημερινής ζωής στους όρους και τις απαιτήσεις της απόλυτης ψηφιοποίησης.

Η νομοθετική πρόβλεψη για την αποθήκευση του προσωπικού αριθμού στο τσιπ της ψηφιακής ταυτότητας εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την ασφάλεια των δεδομένων. Δεδομένου ότι τα ενσωματωμένα μέσα αποθήκευσης (RFID chips) μπορούν να διαβαστούν εξ αποστάσεως χωρίς τη συναίνεση του κατόχου τους, η δυνατότητα παράνομης πρόσβασης στα προσωπικά δεδομένα αυξάνεται δραματικά. Έτσι, κάθε σάρωση της ταυτότητας θα μπορεί να αποκαλύψει σε τρίτους τις αποθηκευμένες πληροφορίες, καθιστώντας ουσιαστικά ανύπαρκτη κάθε προστασία της ιδιωτικότητας. Την ίδια στιγμή, επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο πεδίο της τεχνολογίας και της ανάλυσης δεδομένων, ιδίως startups, θα έχουν τη δυνατότητα να αντλούν, να επεξεργάζονται και να αξιοποιούν αυτόν τον τεράστιο όγκο πληροφοριών, που παρομοιάζεται πλέον με το «νέο πετρέλαιο» της ψηφιακής εποχής.

Ο προσωπικός αριθμός θα αντικαταστήσει σταδιακά όλους τους υφιστάμενους αριθμούς ταυτοποίησης, όπως τον ΑΦΜ, τον ΑΜΚΑ και τον αριθμό ταυτότητας, καθιστώντας τον τον αποκλειστικό αριθμό-κλειδί για την ηλεκτρονική επικοινωνία και συναλλαγή με το κράτος. Η ενσωμάτωσή του στο τσιπ της ταυτότητας προσφέρει τεχνικά σε κάθε αρχή ή οργανισμό τη δυνατότητα να παρακολουθεί την πλήρη ροή προσωπικών, επαγγελματικών, οικονομικών, ιατρικών και καταναλωτικών στοιχείων των πολιτών. Έτσι, διαμορφώνεται ένα νέο, ψηφιακό περιβάλλον ελέγχου, όπου κάθε πτυχή της ζωής των πολιτών καταγράφεται, αναλύεται και εν δυνάμει εποπτεύεται.

Παρά το γεγονός ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε αποφανθεί πως η αποθήκευση πλεοναζόντων στοιχείων στο τσιπ των ταυτοτήτων δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα, η κυβέρνηση και το αρμόδιο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης προχώρησαν στην αποθήκευση του προσωπικού αριθμού, αψηφώντας τις βασικές αρχές του κράτους δικαίου. Έτσι, η νέα ψηφιακή ταυτότητα παύει να αποτελεί απλό μέσο ταυτοποίησης και μετατρέπεται σε κάρτα άσκησης δικαιωμάτων, όπου κάθε πτυχή της ύπαρξης του πολίτη εξαρτάται από την κατοχή και χρήση της.

Το πιο ανησυχητικό, ωστόσο, είναι ότι με την ενσωμάτωση του προσωπικού αριθμού στο τσιπ, κάθε τρίτος –είτε κρατική αρχή είτε ιδιωτικός φορέας– θα μπορεί να αποκτά παράνομα πρόσβαση στο περιεχόμενο της ταυτότητας. Στον μοναδικό αυτό δωδεκαψήφιο αριθμό θα περικλείεται το πλήρες ψηφιακό αποτύπωμα του ατόμου. Πολίτες που θα αρνηθούν για λόγους θρησκευτικής ή συνειδησιακής ελευθερίας να παραλάβουν τη νέα ψηφιακή ταυτότητα, κινδυνεύουν να αποκλειστούν από βασικές κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες, επιβεβαιώνοντας φόβους για τον προφητευμένο στη «Αποκάλυψη» αποκλεισμό όσων δεν φέρουν το «σημάδι».

Παράλληλα, προετοιμάζεται η λειτουργία εκτεταμένων σημείων ελέγχου σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, όπου η πρόσβαση θα εξαρτάται από την επίδειξη και σάρωση της νέας ταυτότητας. Μέσω ειδικών συσκευών ανάγνωσης RFID, τα δεδομένα που θα αποθηκεύονται στο τσιπ, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού αριθμού, θα διαβάζονται αυτόματα, δημιουργώντας ένα πανίσχυρο δίκτυο παρακολούθησης και καταγραφής των κινήσεων και δραστηριοτήτων των πολιτών. Κατά συνέπεια, η προβλεπόμενη αποθήκευση του προσωπικού αριθμού στο τσιπ δεν απειλεί απλώς το ιδιωτικό απόρρητο αλλά εγκαινιάζει μια νέα εποχή ψηφιακής επιτήρησης, όπου η προσωπική ζωή μετατρέπεται σε κοινό κτήμα και η ιδιωτικότητα σε σπάνιο και πολυτέλευσαν αγαθό.

Η παραπλανητική ονομασία του αριθμού ως «προσωπικού» αποκρύπτει τη δραματική πραγματικότητα ότι στην ουσία πρόκειται για έναν αριθμό «δημόσιας» φύσης, ο οποίος μέσω της συστηματικής σάρωσης της ταυτότητας στα νέα σημεία κοινωνικού ελέγχου θα μετατρέψει τους πολίτες σε πλήρως διαφανείς ψηφιακές οντότητες, στερώντας τους κάθε στοιχειώδες δικαίωμα στην ανωνυμία και στην προστασία της προσωπικής τους σφαίρας.