23 Μαΐου, 2025
Υγεία

Έντονες αντιδράσεις εργαζομένων στο ΕΣΥ για τις δηλώσεις Γεωργιάδη

Σοβαρές αντιδράσεις και κύμα αγανάκτησης έχει προκαλέσει στις τάξεις των εργαζομένων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας η πρόσφατη συνέντευξη του Υπουργού Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Οι τοποθετήσεις του Υπουργού χαρακτηρίζονται από τους εργαζόμενους όχι μόνο προσβλητικές προς τους επαγγελματίες υγείας, αλλά και απολύτως αποκαλυπτικές των κυβερνητικών σχεδιασμών για την κατεύθυνση που επιδιώκεται να πάρει το δημόσιο σύστημα περίθαλψης. Ο Δημήτρης Βρύσαλης, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου (ΠΑΓΝΗ), και ο Δημήτρης Φλυτζανής, πρόεδρος του Σωματείου του Γενικού Νοσοκομείου «Βενιζέλειο», καταδίκασαν με οξύτητα τις δηλώσεις, κάνοντας λόγο για απροκάλυπτη ομολογία της πολιτικής βούλησης να οδηγηθεί το ΕΣΥ σε υποβάθμιση, προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων.

Ιδιαίτερη ενόχληση προκάλεσε η θέση του Υπουργού ότι το κράτος θα πρέπει να παρεμβαίνει μόνο εκεί όπου δεν μπορεί να ανταποκριθεί η ιδιωτική αγορά. Οι εργαζόμενοι υπογραμμίζουν ότι μια τέτοια άποψη δεν είναι απλώς τεχνοκρατική, αλλά θεσμοθετεί ένα βαθιά άνισο σύστημα, στο οποίο η πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα εξαρτάται από την οικονομική δυνατότητα του καθενός. Δημιουργείται έτσι ένα διαιρεμένο σύστημα υγείας: για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα, ο δρόμος προς τον ιδιωτικό τομέα είναι ανοιχτός, ενώ για τους υπόλοιπους μένει ένα δημόσιο σύστημα σε διάλυση, που λειτουργεί με σοβαρές ελλείψεις, εξαντλημένο προσωπικό και ανεπαρκή χρηματοδότηση. Η λειτουργία του δημόσιου τομέα δεν αντιμετωπίζεται ως σταθερή και θεμελιώδης κοινωνική υποδομή, αλλά ως προσωρινή λύση στα κενά της αγοράς, χωρίς μακροπρόθεσμη προοπτική.

Οι εργαζόμενοι υπενθυμίζουν ότι ήδη η Ελλάδα καταγράφει από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιωτικών δαπανών για την υγεία στην Ευρώπη, με σχεδόν το 40% των εξόδων να καλύπτεται άμεσα από τους ίδιους τους πολίτες. Οι ασθενείς πληρώνουν από την τσέπη τους για ιατρικές εξετάσεις, φάρμακα και νοσηλείες, ενώ το κράτος σταδιακά αποσύρεται από την υποχρέωσή του να παρέχει δωρεάν και καθολική υγειονομική κάλυψη. Η απόσυρση αυτή, που ήδη εφαρμόζεται στην πράξη, επιχειρείται πλέον να κατοχυρωθεί και επίσημα ως θεσμική επιλογή, υπό τον μανδύα ενός δήθεν ρεαλισμού, ο οποίος όμως στην ουσία σημαίνει εγκατάλειψη.

Η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία αποτυπώνει ξεκάθαρα τις επιπτώσεις αυτής της πολιτικής. Στο Γενικό Νοσοκομείο «Βενιζέλειο», για παράδειγμα, τα προβλήματα είναι σοβαρά και καθημερινά. Τα τμήματα υπολειτουργούν εξαιτίας της υποστελέχωσης, το προσωπικό είναι στα όρια της εξάντλησης, τα ραντεβού καθυστερούν για μήνες και οι ασθενείς περιμένουν ώρες στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών. Αντί η κυβέρνηση να καταρτίσει ένα ουσιαστικό και εφαρμόσιμο σχέδιο ενίσχυσης του ΕΣΥ με μόνιμο προσωπικό, επαρκή κονδύλια και αναβαθμισμένες υποδομές, προωθούνται μεταρρυθμίσεις που εκχωρούν σταδιακά τα πιο προσοδοφόρα τμήματα της υγειονομικής φροντίδας στους ιδιώτες, εγκαταλείποντας το δημόσιο σύστημα στη φθορά και την απαξίωση.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία απευθύνουν κάλεσμα στην κοινωνία να μην αποδεχθεί παθητικά αυτή την πορεία. Υπογραμμίζουν με έμφαση ότι η υγεία δεν είναι ούτε προνόμιο ούτε προϊόν προς πώληση, αλλά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, που το κράτος οφείλει να προστατεύει και να διασφαλίζει για όλους, χωρίς διακρίσεις και χωρίς αποκλεισμούς. Η εγκατάλειψη αυτού του ρόλου από το κράτος συνιστά βαθιά κοινωνική αδικία και απειλεί τον πυρήνα της κοινωνικής συνοχής. Οι εργαζόμενοι δηλώνουν αποφασισμένοι να αγωνιστούν, μαζί με τους πολίτες, για τη διατήρηση και ενίσχυση ενός πραγματικά δημόσιου, καθολικού και ανθρώπινου συστήματος υγείας, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες όλων, χωρίς να εξαρτάται από το πορτοφόλι του καθενός.